Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τὰ ῥέοντα

См. также в других словарях:

  • ῥέοντα — ῥέω flow pres part act neut nom/voc/acc pl ῥέω flow pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διάβρωση — Όρος που χρησιμοποιείται στη γεωλογία και, υπό ευρεία έννοια, αναφέρεται στο σύνολο των διεργασιών που προκαλούν διάφοροι φυσικοί παράγοντες, με αποτέλεσμα την αργή αλλά συνεχή αποσύνδεση και αποκομιδή, λιγότερο ή περισσότερο έντονη κατά τόπους,… …   Dictionary of Greek

  • προσχώσεις ή αλλουβιοκές αποθέσεις — Η απόθεση χαλαρών (ασύνδετων) υλικών, όπως χάλικες, άμμος, άργιλος και οργανικά υπολείμματα, που προέρχονται από την αποσάρθρωση προϋπαρχόντων πετρωμάτων, και μεταφέρονται κυρίως από τα υδάτινα ρεύματα, αλλά και από τους ανέμους και τους… …   Dictionary of Greek

  • παραρέοντα — παρᾱρέοντα , παραείρω detach fut part act neut nom/voc/acc pl (epic doric ionic aeolic) παρᾱρέοντα , παραείρω detach fut part act masc acc sg (epic doric ionic aeolic) παραρρέω flow beside pres part act neut nom/voc/acc pl παραρρέω flow beside… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥέοντ' — ῥέονται , ῥέομαι flow pres ind mp 3rd pl (epic doric ionic aeolic) ῥέοντο , ῥέομαι flow imperf ind mp 3rd pl (epic doric ionic aeolic) ῥέοντα , ῥέω flow pres part act neut nom/voc/acc pl ῥέοντα , ῥέω flow pres part act masc acc sg ῥέοντι , ῥέω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • MESOMEDES — Cretensis, poeta Adriano principi carissimus, scripsit in laudem Antinoi liberti eius. Suidas. Meminit eius Eusebius quoque in Chron. Μεσομήδης ὁ Κρὴς κιθαρωδικῶν νόμων μουσικὸς ποιητὴς γνωρίζεται, ubi κιθαρῳδικῶν νόμων ποιητης, est canticorum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • NILUS — I. NILUS Aegypti Episcopus exustus, sub Diocletiano. Vide Lactantium, l. 5. c. 11: II. NILUS Africae fluv. celeberrimus, ut Asiae Ganges, et Indus, atque Europae Danubius. Plurima eius ab antiquis perhibentur, et celebrantur nomina. Nam et… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PHASIS — I. PHASIS fluv, celeberrimus, cuius elegans admodum descriptio exstat apud Arrianum in Periplo Ponti Euxini. Virg. Georg. l. 4. v. 367. Phasimque Lycumque Quae coniunctio ad laudem utriusque fluvii. Siquidem teste Strabone l. 11. Ποταμοὶ πλείους… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • εύπους — εὔπους, ουν (ΑΜ) (για ίππους, σκύλους, πτηνά κ.λπ.) αυτός που έχει καλά και γρήγορα πόδια, ο ταχύς μσν. 1. (για ρυθμό στο στίχο) με ωραία συνθεμένους πόδες, με ρέοντα ρυθμό 2. φρ. «εὔπους ἥβη» η βιαστική νιότη, τα νιάτα που περνούν γρήγορα.… …   Dictionary of Greek

  • ιδιοκτησία — Όρος που αναφέρεται στην κυριότητα, το απόλυτο δικαίωμα στη χρήση και εκμετάλλευση ενός πράγματος. Η καταγωγή της έννοιας της ι. ανάγεται στην προϊστορική εποχή. Ως πηγή της πιθανολογείται η ενέργεια του ενστίκτου της άμυνας. Οι έρευνες των… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»